Ο ΚΛΆΔΟΣ του real estate ήταν και θα παραμείνει η βάση της κυπριακής οικονομίας. Τα παρακάτω τόνισε στο 4ο Property Conference η Γενική Διευθύντρια του Παγκύπριου Συνδέσμου Επιχειρηματιών Ανάπτυξης Γης και Οικοδομών κα Μερσίνα Ισιδώρου, επισημαίνοντας ότι η χώρα μας συνδυάζει σειρά χαρακτηριστικών που αναζητούν οι αγοραστές του εξωτερικού, γεγονός που λειτουργεί ευνοϊκά για την προσέλκυσή τους.
Η κα Ισιδώρου, υπογράμμισε ότι μια ακόμα παράμετρος που επηρεάζει το μέγεθος των ξένων επενδύσεων στο real estate είναι και οι χρόνοι διεκπεραίωσης των διαδικασιών που απαιτούνται και είπε χαρακτηριστικά: «Από την έκδοση των πολεοδομικών και οικοδομικών αδειών, έως την έκδοση των τίτλων ιδιοκτησίας, η λειτουργία της Δημόσιας Υπηρεσίας, φαίνεται να αποθαρρύνει εγχώριους και ξένους αγοραστές. Προβλήματα όπως αυτά χρονίζουν, πλέον όμως δεν υπάρχει χρόνος για άλλη καθυστέρηση.
Αναλυτικά η τοποθέτηση της κας Ισιδώρου ήταν η παρακάτω: Εκ μέρους του Παγκύπριου Συνδέσμου Επιχειρηματιών Ανάπτυξης Γης και Οικοδομών, είναι με ιδιαίτερη χαρά που συμμετέχω στο ετήσιο συνέδριο που πλέον αποτελεί θεσμό για την αγορά ακινήτων. Ο Σύνδεσμός μας, ο οποίος μετρά 38 χρόνια παρουσίας στην οικονομική και επιχειρηματική ζωή του τόπου, εκπροσωπεί σήμερα 50 επιχειρήσεις, ο κύκλος εργασιών των οποίων αποτελεί περίπου το 80% της συνολικής δραστηριότητας του κλάδου. Ένα γεγονός που μας επιτρέπει να είμαστε δυναμικοί εκφραστές στον τομέα ανάπτυξης γης στη χώρα μας, γεμίζοντάς μας παράλληλα με ευθύνη για τη διαμόρφωση προτάσεων που επιτρέπουν την ανάπτυξη του κλάδου και κατά συνέπεια της εθνικής οικονομίας. Ο κλάδος μας εισφέρει το 17% της εγχώριας ακαθάριστης προστιθέµενης αξίας. Αρκεί να σημειωθεί ότι συνδυαστικά ο τουρισμός, το χονδρικό και λιανικό εμπόριο εισφέρουν το 25%. Μόνο για το 2019, την τελευταία δηλαδή «κανονική» χρονιά τα περισσότερα από €3 δισεκατομμύρια που η οικοδομική βιομηχανία εισέφερε στο Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν, ξεπέρασαν την εισφορά του χρηματοοικονομικού, ασφαλιστικού και βιομηχανικού κλάδου μαζί.
Ανάλογα μεγάλη συνεισφορά έχει ο κλάδος και στον αριθμό των εργαζομένων καθώς σήμερα απασχολεί περισσότερα από 35.000 άτομα, που στην πλειονότητά τους είναι Κύπριοι. Εφόσον σε αυτούς προστεθούν οι εργαζόμενοι των συνδεδεμένων κλάδων, γίνεται αντιληπτή η σημασία του, όχι μόνο για την ανάπτυξη της οικονομίας, αλλά και για τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής.
Οι προκλήσεις, ωστόσο, που αντιμετωπίζουμε τα τελευταία δύο χρόνια, είναι πολλές και δυστυχώς δε φαίνεται να περιορίζονται. Η πανδημική κρίση, η εκτόξευση των τιμών των οικοδομικών υλικών, ο γενικευμένος πληθωρισμός και πλέον η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, αποτελούν παραμέτρους που επηρεάζουν συνολικά τις ευρωπαϊκές οικονομίες, επομένως και την Κύπρο.
Με δεδομένες τις δυσκολίες, το κράτος μας έχει καταφέρει να επιδείξει ικανοποιητικά αντανακλαστικά, που όχι μόνο τόνωσαν εν μέρει την αγορά, αλλά και ενίσχυσαν τους Κύπριους που το είχαν περισσότερο ανάγκη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιων μέτρων ήταν η επιδότηση επιτοκίου για αγορά πρώτης κατοικίας, που υπήρξε σημαντικό βοήθημα για τις νεότερες γενιές και κυρίως τα νεαρά ζευγάρια. Δυστυχώς, όμως, το περιβάλλον είναι τόσο ρευστό που κανένα κράτος -και σίγουρα όχι η Κύπρος- δεν μπορεί να επαναπαύεται. Η προσαρμογή στις νέες συνθήκες είναι περισσότερο από αναγκαία, ώστε η επιπτώσεις των κρίσεων αυτών να είναι όσο το δυνατό μικρότερες.
Αγαπητοί φίλοι και φίλες,
Ο κλάδος των ακινήτων ανέκαθεν χαρακτηριζόταν για την εξωστρέφεια και τον δυναμισμό του. Χάρη σε αυτά τα χαρακτηριστικά έχουμε καταφέρει να προσελκύσουμε μεγάλο αριθμό ξένων επενδυτών, σε περιόδους μάλιστα που η Κύπρος τους χρειαζόταν πολύ. Πλέον έχουμε πετύχει πολλά, εμβαθύνοντας την πρόσβασή μας σε σειρά χωρών, γεγονός που μας επιτρέπει να περνάμε μέσα από τις κρίσεις που σχετίζονται με συγκεκριμένες αγορές, όπως συμβαίνει σήμερα.
Πιστεύω ότι τα χαρακτηριστικά αυτά του real estate στην Κύπρο, θα πρέπει να διαφυλαχθούν και να ενισχυθούν περαιτέρω. Σε αυτή μάλιστα την κατεύθυνση ρόλο δεν έχει μόνο κράτος, αλλά και όλοι οι φορείς που εμπλέκονται στην ανάπτυξη γης και οικοδομών, από τους επιχειρηματίες έως τα τραπεζικά ιδρύματα.
Η θετική πρωτοβουλία για την προσέλκυση εταιρειών του εξωτερικού ώστε να μεταφέρουν τα κεντρικά τους γραφεία στην Κύπρο, το γνωστό μας headquartering είναι ένα σημαντικό εργαλείο που μπορεί να μετατρέψει τη χώρα μας σε κόμβο της ευρύτερης περιοχής. Ενδεικτικά μόνο θα αναφερθώ στα έργα που αφορούν σύγχρονα γραφειακά κτήρια, αλλά και ακίνητα που θα στεγάσουν τα στελέχη και τους εργαζόμενους των επιχειρήσεων αυτών. Εφόσον η Κύπρος προωθείται στο εξωτερικό ως προορισμός που συνδυάζει εργασία – ποιοτική διαβίωση, ψυχαγωγία και διασκέδαση, θα πρέπει τα ακίνητα που θα αποκτούν ή θα μισθώνουν οι εταιρείες αυτές, να ανταποκρίνονται στα υψηλότερα πρότυπα.
Εξίσου σημαντική είναι και η στάθμιση άλλων παραγόντων στα έργα της νέας εποχής, όπως το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα, που επίσης έχει αποκτήσει ρόλο στην αξιολόγησή τους.
Αξιότιμοι προσκεκλημένοι,
Σε ένα διεθνές περιβάλλον που διαρκώς αλλάζει, η Κύπρος δεν μπορεί να παραμένει ουραγός των εξελίξεων στην Ευρώπη. Παρά τις προσπάθειες που συντελούνται, ορισμένες από τις οποίες ήδη ανέφερα, υπάρχουν ακόμα πολλά που πρέπει να γίνουν.
Σε νομοθετικό επίπεδο μας έχουν κληροδοτηθεί διατάξεις που απέχουν πραγματικά πολύ από τα σύγχρονα δεδομένα. Δεν είναι δυνατό, για παράδειγμα, το κράτος και όχι η αγορά να είναι αυτή που θα καθορίζει τον αριθμό των υπνοδωματίων σε ένα οικιστικό έργο. Ακόμα, δεν είναι δυνατό η λειτουργία μίας ιδιωτικής πισίνας σε ένα συγκρότημα κατοικιών να απαιτεί την ύπαρξη ναυαγοσώστη. Δυστυχώς, τα παραδείγματα είναι πολλά και μολονότι υπάρχει κατανόηση από την πολιτική ηγεσία, το πολιτικό μας σύστημα παραμένει βραδυκίνητο για την επίλυσή τους.
Το ίδιο όμως δεν συμβαίνει με χώρες που ευθέως ανταγωνίζονται την Κύπρο. Όταν άλλες χώρες, όπως π.χ η Ελλάδα, εκσυγχρονίζουν το νομικό τους πλαίσιο για να απλοποιήσουν τις διαδικασίες, είναι αναμενόμενο να αποτελέσουν προορισμό πρώτης επιλογής για ξένους επενδυτές. Μία ακόμα παράμετρος που επηρεάζει το μέγεθος των ξένων επενδύσεων στο real estate είναι και οι χρόνοι διεκπεραίωσης των διαδικασιών που απαιτούνται. Από την έκδοση των πολεοδομικών και οικοδομικών αδειών, έως την έκδοση των τίτλων ιδιοκτησίας, η λειτουργία της Δημόσιας Υπηρεσίας φαίνεται να αποθαρρύνει εγχώριους και ξένους αγοραστές. Προβλήματα όπως αυτά χρονίζουν, πλέον όμως δεν υπάρχει χρόνος για άλλη καθυστέρηση.
Ο λόγος είναι απλός και έχει να κάνει με τον ολοένα αυξανόμενο ανταγωνισμό από τις γειτονικές μας χώρες. Απλή είναι όμως και η λύση, αφού η τεχνολογία αποδείχθηκε ότι μπορεί να μπει στη ζωή μας πολύ γρηγορότερα απ’ όσο περίμεναν και οι πλέον υπέρμαχοί της. Είναι, επομένως, με χαρά που παρακολουθούμε την προσπάθεια επιτάχυνσης των διαδικασιών αδειοδότησης μέσω ψηφιακών εργαλείων και θεωρούμε ότι αυτή θα πρέπει να επεκταθεί, καλύπτοντας το σύνολο σχεδόν των αναπτύξεων και όχι μόνο τις περιπτώσεις μονοκατοικίας/διπλοκατοικίας.
Αγαπητοί συνεργάτες,
Όσοι συμμετέχουμε στο σημερινό συνέδριο γνωρίζουμε καλά ότι ο κλάδος του real estate, ήταν και θα παραμείνει η βάση της κυπριακής οικονομίας. Η χώρα μας συνδυάζει σειρά χαρακτηριστικών που αναζητούν οι αγοραστές του εξωτερικού, γεγονός που λειτουργεί ευνοϊκά για την προσέλκυσή τους. Αυτό όμως σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να οδηγεί στον παραμερισμό της εγχώριας αγοράς. Οι Κύπριοι αγοραστές, διαχρονικά στήριξαν τον κλάδο επενδύοντας μεγάλο μέρος των χρημάτων τους στην ακίνητη ιδιοκτησία, βελτιώνοντας σταδιακά τα κτήρια που τους στέγαζαν και ενισχύοντας παράλληλα την εθνική οικονομία. Τα
στοιχεία δείχνουν ότι οι συνθήκες για τους millennials είναι πλέον εξαιρετικά δύσκολες, σε σχέση με όσα ίσχυαν στις προηγούμενες γενιές, ως προς την απόκτηση στέγης.
Η ιδιοκατοίκηση για την Κύπρο δεν είναι απλώς ένα στατιστικό μέγεθος, αλλά ένα εργαλείο κοινωνικής συνοχής. Ανήκουμε στις ευρωπαϊκές χώρες που τα παιδιά διαβιούν με τους γονείς τους έως μεγάλη ηλικία, συχνά μάλιστα έως ότου τα ίδια δημιουργήσουν τις οικογένειές τους. Αυτά τα στοιχεία θα πρέπει λοιπόν να λαμβάνονται υπόψη όταν χαράσσονται δημόσιες πολιτικές, οι οποίες θα πρέπει να στηρίζουν περισσότερο τα νεαρά άτομα που έχουν και τις μεγαλύτερες ανάγκες.
Με αυτές τις σκέψεις για το μέλλον και τις δυνατότητες του κλάδου θα ήθελα να συγχαρώ και πάλι τη διοργανώτρια αρχή, ευχόμενη κάθε επιτυχία στο σημερινό μας
Συνέδριο.
Σας ευχαριστώ